Στις ώρες της μεγάλης μοναξιάς
Σκέψου πόσο κοντά είσαι πραγματικά με το όλο.
Άφησε τη φλούδα να ξεδιπλωθεί και να σε αφήσει καρπό γυμνό
και γίνε νερό,
και γίνε αέρας
και μετά ενώσου με τη φωτιά που τρέχει ιλιγγιωδώς σε τροχιές τυφλές για να διαλύσει τα σκοτάδια της δημιουργίας
καβάλησε το άτι του φωτός και ξεκίνα την περιπλάνηση στους κόσμους που σε γέννησαν και που αδημονούν να σε κερδίσουν πίσω
διάχυσε το βλέμμα σου πιο πέρα από το ορατό
γραπωμένος από ένα "είναι" θνητό αλλά υπέρδοξο
που συνεχίζει να χαράσσει τις τροχιές τη γης
και να σβήνει το χρόνο αναζητώντας τον
κι εκεί θα δεις πόσο μικρός είσαι
και πόσο τυχερός μαζί που μπορείς να γίνεις μεγάλος
και αν μπορέσεις να δεις
τη μορφή χωρίς πρόσωπο
και αν μπορέσεις να αγγίξεις το αόρατο
και αν μπορέσεις να μυρίσεις τις θύμησες των αιώνων
και αν μπορέσεις να ακούσεις αυτά που το ανθρώπινο γένος έχει ψελλίσει
και αν μπορέσεις να γευτείς τον καρπό
τότε θα πάψεις να είσαι
και θα υπάρχεις εκεί, αιώνια
Μέχρι να σκορπιστείς και να ανασυνταχθείς για μια νέα περιπέτεια.